σύβακχοι

σύβακχοι
και συβάκχοι, οί, Α
ονομασία δύο φαρμάκων, δηλαδή δύο αποδιοπομπαίων κριών, που θυσιάζονταν στην Αθήνα για καθαρμό και από τους οποίους ο ένας ήταν μαύρος και θυσιαζόταν υπέρ τών ανδρών, ενώ ο άλλος ήταν λευκός και θυσιαζόταν υπέρ τών γυναικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν-* + Βάκχος «προσωνυμία τού Διονύσου, αυτός που μετέχει στη διονυσιακή λατρεία»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”